ΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
ΟΘΟΥΣ
Το λαογραφικό μουσείο του Όθους είναι στην πραγματικότητα προϊον της σκέψης ενός ανθρώπου που δεν είχε μεγάλη σχέση είχε με την Κάρπαθο. Η Μαρίκα Βελουδίου, η πρώτη ελληνίδα ξεναγός, επισκέφθηκε την Κάρπαθο το καλοκαίρι του 1969. Γνώρισε και εκτίμησε την «Εργασία και Χαρά» και τις
δραστηριότητές της και τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς έγραφε στον τότε πρόεδρο του συλλόγου Μανώλη Λαγωνικό: «Εμίλησα από τηλεφώνου με τον πρώην διευθυντή Δωδεκανήσου Μαυρή όστις ως Κάσιος γράφει όσα δεν ξέρω ακόμα για το ηρωικό νησί του. Όνειρο έχει σ’ ένα λαογραφικό μουσείο να γίνονταν χώροι-δωμάτια με τα εσωτερικά των σπιτιών της Ελλάδος. Σε πενήντα χρόνια θα έχει βέβαια και αυτό συντελεστεί».
Εικόνα από το βιβλίο Βασ. Χανιώτη |
Ο πρόεδρος και
τα τότε μέλη του Δ.Σ. Γιώργος Ε. Κριτσιώτης, Μαριγούλα Ε. Κριτσιώτη, Μαρία Κ.
Παπαγιάννη, Σοφία (Φιφή) Α. Σταυράκη και Μανώλης Γ. Χατζηαντωνίου συμφώνησαν με
την ιδέα, αλλά δεν θεώρησαν φρόνιμο να περιμένουν την κρατική πρωτοβουλία.
Αποφάσισαν έτσι να βρουν έναν κατάλληλο χώρο, να τον διαμορφώσουν εσωτερικά και
εξωτερικά, και να τον εφοδιάσουν με ότι χρειαζόταν, ώστε να γίνει ένα
παραδοσιακό «καρπάθικο σπίτι», ανοιχτό σε κάθε επισκέπτη, ντόπιο ή ξένο.
Η μεγαλύτερη ανησυχία
τους ήταν πού θα βρίσκονταν όλα τα απαραίτητα
για τον εξοπλισμό ενός τέτοιου σπιτιού. Το πρόβλημα ξεπεράστηκε όμως όταν το
Δ.Σ. του συλλόγου σκέφτηκε να ζητήσει τη βοήθεια των χωριανών. Η ανταπόκριση τους
ήταν τόσο θερμή, και με τόσο μεγάλη προθυμία και ευχαρίστηση έδιναν ο καθένας
κάτι από τα υπάρχοντά του γι αυτό τον σκοπό, ώστε σύντομα το συμβούλιο είχε στη
διάθεσή του σχεδόν όλα όσα χρειαζόταν. Χρέμια, κιλίμια, υφαντά, κεντητά, κάδρα
με κεντήματα, μεταξωτά σεντόνια, καρπάθικα πιάτα, σιπιέρες και διάφορα
άλλα συγκεντρώθηκαν μετά από οργανωμένες εξορμήσεις σε κάθε γειτονιά του
χωριού. Πολλές φορές μάλιστα οι προσφορές των χωριανών ξεπερνούσαν κατά πολύ
τις προσδοκίες των μελών του συμβουλίου, καθώς σπάνια δείγματα λαϊκής τέχνης
έβγαιναν από τα σεντούκια για να διεκδικήσουν μια θέση στο καινούριο μουσείο.
Πρώτη στέγη του
λαογραφικού μουσείου Όθους υπήρξε το σπίτι του δασκάλου Γιάννη Κοκκινίδη. Σε
κεντρική θέση του χωριού, το σπίτι αυτό είναι χτισμένο σύμφωνα με την
παραδοσιακή καρπάθικη αρχιτεκτονική (μεγάλο σπίτι-μικρό σπίτι-κελί), πράγμα που
το έκανε κατάλληλο για μια τέτοια χρήση. Ο ιδιοκτήτης του επέτρεψε στην
«Εργασία και Χαρά» να το χρησιμοποιήσει γι αυτό τον σκοπό, το σπίτι
επισκευάστηκε με έξοδα του συλλόγου και στολίστηκε με όλα όσα είχαν
συγκεντρωθεί, ενώ η μικρή αποθήκη κάτω από το ανωάκι καθαρίστηκε για να
φιλοξενήσει τα γεωργικά και άλλα εργαλεία: άροτρο, ζυγός, ωλόσυρο, τσάπες,
κιλούγκια, λώρα, τσαμπάλια συμπλήρωναν τον εξοπλισμό του καρπάθικου σπιτιού.
Ένα χρόνο περίπου
μετά το ξεκίνημα της προσπάθειας γίνονταν στο μέγαρο του Όθους τα εγκαίνια του
πρώτου λαογραφικού μουσείου στην Κάρπαθο. Σύντομα το μουσείο έγινε απαραίτητος σταθμός
για κάθε τουρίστα που επισκεπτόταν το νησί, ενώ φωτογραφίες του άρχισαν να
εμφανίζονται σε βιβλία, ημερολόγια και κάθε λογής έντυπα.
Παρά τις
προσπάθειες του συλλόγου και την πρόθυμη συμβολή των χωριανών, μερικά πράγματα
δεν στάθηκε δυνατό να βρεθούν πριν την έναρξη της λειτουργίας του μουσείου. Για
το μετάξι που χρειαζόταν για τις μεταξωτές μαντήλες της κρεμάστρας και του στύλου,
ο σύλλογος αποφάσισε να κάνει το δικό του «καματερό». Ο σπόρος του μεταξοσκώληκα
ήρθε παραγγελία από τον Πειραιά, και τα μικρά σκουληκάκια εγκαταστάθηκαν στο
πανωσούφι του μουσείου μέσα σε ένα παχύ στρώμα μαρωνόφυλλων. Τα φύλλα αυτά,
ιδανική τροφή για τους μεταξοσκώληκες, έπρεπε να αλλάζονται κάθε μέρα, πολλές
φορές και δύο φορές την ημέρα, καθώς οι μεταξοσκώληκες μεγάλωναν και
χρειάζονταν όλο και περισσότερη τροφή. Το δύσκολο έργο της φροντίδας του
«καματερού» ανέλαβαν και έφεραν σε πέρας οι γυναίκες του συλλόγου. Από τους
μεταξοσκώληκες βγήκαν τα κουκούλια, κι απ’ αυτά το μετάξι που «μασουρίστηκε»,
υφάνθηκε και παραδόθηκε στη Νίνα Σταυράκη, η οποία κέντησε τις μεταξωτές
μαντήλες για το μουσείο. Το σχέδιο της μαντήλας του στύλου ξεσηκώθηκε από μια
παλιά, φθαρμένη μαντήλα της Ρηνιώς Διακοβασίλη.
Ο αργαλειός, που
κατασκευάστηκε από τον Μηνά Πρεάρη στο Διαφάνι, πληρώθηκε με τα χρήματα που
έστειλε γι αυτό τον σκοπό ο Εθνικός Οργανισμός Ελληνικής Χειροτεχνίας. Αρχικά ο
αργαλειός τοποθετήθηκε στο χώρο του μουσείου, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε στο
μέγαρο του Όθους, όπου με πρωτοβουλία του συλλόγου οργανώθηκαν μαθήματα για τις
γυναίκες του χωριού.
Καθώς το μουσείο
γινόταν όλο και πιο γνωστό, κρατικοί και άλλοι φορείς ενίσχυσαν τις προσπάθειες
του συλλόγου με μεγάλα για την εποχή χρηματικά ποσά. Έτσι, όταν στα 198?, ο
συγχωριανός μας Μηνάς Νικολαϊδης χάρισε στον σύλλογο το οικόπεδο κοντά στην
εκκλησία του Χριστού, αποφασίστηκε από το τότε Δ.Σ. η ανέγερση του μικρότερου,
αλλά ιδιόκτητου κτίσματος που στεγάζει μέχρι και σήμερα το λαογραφικό μουσείο
Όθους.
Εικόνες:
1)
Το εσωτερικό του μουσείου στην πρώτη του στέγη,
στο σπίτι του Γιάννη Κοκκινίδη. Η φωτογραφία τραβήχτηκε από τον Μ. Βερνάρδο και
κοσμεί το εξώφυλλο του αφιερωμένου στην Κάρπαθο τόμου της σειράς Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική
(επιμέλεια τόμου: Δημήτρης Φιλιππίδης, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1983).
2)
Σημείωμα της εφημερίδας Τα Νέα για την ίδρυση του λαογραφικού μουσείου Όθους.
3)
Ξύλινο σκαλιστό ντουλάπι από το εσωτερικό του
σπιτιού του Γιάννη Κοκκινίδη, όπως το σχεδίασε ο Βάσος Χανιώτης στο βιβλίο του Κάρπαθος, Αθήνα 1963, σελ. 29
4)
Το μουσείο στην τωρινή του στέγη, το «Νικολαϊδειο Λαογραφικό Μέγαρο».